Hipsters: Κυκλοφορούν ανάμεσά μας
Hipsters: Κυκλοφορούν ανάμεσά μας
Φοράς το μάλλινο πουλόβερ της συχωρεμένης της γιαγιάς σου, αγοράζεις τα γυαλιά wayfarers που δεν αποχωριζόταν o Μπομπ Ντίλαν, κόβεις τα τζιν με ψαλίδι, δεν αποχωρίζεσαι νυχθημερόν τα λιωμένα All Star από την αμερικανική αγορά, μετακινείσαι με ποδήλατο στην Αβραμιώτου; Είσαι ένας hipster, μην το αρνείσαι!
UPD:
2
ΣΧΟΛΙΑ
Φοράς το μάλλινο πουλόβερ της συχωρεμένης της γιαγιάς σου, αγοράζεις τα γυαλιά wayfarers που δεν αποχωριζόταν o Μπομπ Ντίλαν, κόβεις τα τζιν με ψαλίδι, δεν αποχωρίζεσαι νυχθημερόν τα λιωμένα All Star από την αμερικανική αγορά, μετακινείσαι με ποδήλατο στην Αβραμιώτου; Είσαι ένας hipster, μην το αρνείσαι!
Κείμενο: Ζωή Δημητρίου
Είναι η εξέλιξη του emo και του μετα-φλώρου που θα έκανε περήφανο τον Δαρβίνο. Μένουν, βγαίνουν, τρώνε και πίνουν στο ιστορικό κέντρο, ακούν συγκροτήματα που ανακάλυψαν στο μουσικό φεστιβάλ Primavera (της Βαρκελώνης). Κάνουν σχέσεις με δημοσιογράφους, μουσικούς, εικαστικούς, καλλιτέχνες, μοντέλα που ξέμειναν στην Αθήνα - ιδανικά βρίσκουν συντρόφους που συνδυάζουν όλα τα παραπάνω. Θεωρούν το κούρεμα και το μουστάκι τους «πολιτισμική συνεισφορά» και ψωνίζουν μόνο από βιολογικές λαϊκές. Δεν κοιμούνται ποτέ γιατί είναι συνεχώς online. Διαβάζουν νυχθημερόν το «Pitchfork media» μην τυχόν και παρουσιαστεί κανένα συγκρότημα και δεν το πάρουν χαμπάρι. Ουσιαστικά πάσχουν από το σύνδρομο του next big thing, αλλά μόλις το ανακαλύψουν και περάσει στη σφαίρα του mainstream το απορρίπτουν. Και κυρίως, δεν παραδέχονται ποτέ ότι είναι hipster.
Γιατί οι Αθηναίοι hipsters είναι σαν τους πράκτορες της Στάζι: αρνούνται ότι υπάρχουν. Δεν θα αποπειραθώ να γίνω Νόρμαν Μέιλερ της εποχής μας και να προσπαθήσω να προσδιορίσω τους σημερινούς hipsters όπως είχε κάνει ο θρυλικός συγγραφέας γι' αυτούς της δεκαετίας του '40, εκείνους τους οποίους χαρακτήριζε «λευκούς νέγρους» επειδή σύχναζαν στα καταγώγια που έπαιζαν τζαζ. Οχι πως η σημερινή χρήση του όρου «hipster» έχει σχέση με την τζαζ υποκουλτούρα του '50 και τις αισθητικές και ιδεολογικές αναζητήσεις της εποχής. Μόνο υπαρξιστές που τους έχει στραγγαλίσει ο κοινωνικός κομφορμισμός δεν είναι τα παιδιά που ξημεροβραδιάζονται στα μπαρ του ιστορικού κέντρου. Θα ακολουθήσω λοιπόν την πεπατημένη σημειολογική «περιοδικατζίδικη» μέθοδο και θα τους περιγράψω ως εξής: είναι αυτοί που βγάζουν φλύκταινες στο άκουσμα ενός κομματιού των Coldplay, περνούν ώρες σε υπαίθριες αγορές του εξωτερικού για να δημιουργήσουν αυτό το επιμελώς ατημέλητο vintage look που θυμίζει τις βιτρίνες του Urban Outfitters και που παριστάνουν όλοι τους ερασιτέχνες DJ. Θεωρούν το ντύσιμό τους «εναλλακτικό», «προσωπικό», «είμαι εγώ», «με ποπ αναφορές» (τους ρώτησα έναν-έναν), αλλά όλοι μοιάζουν με ομογενοποιημένο αποτέλεσμα του τύπου: «βάζω στο σέικερ δύο κουταλιές American Apparel κι ένα skinny τζιν και απολαμβάνω ένα ξεδιάντροπο κλισέ» που κυκλοφορεί με στολή (skinny, chuck taylor φθαρμένα σταράκια, γυαλιά rayban), με στριφτά τσιγάρα στο στόμα και με μάτια κόκκινα από το hangover της προηγουμένης. Ιδιοι από την Κοπεγχάγη μέχρι το Κέιπ Τάουν, από το Τόκιο μέχρι το Σάο Πάολο, από το Κρόιτσμπεργκ (του Βερολίνου) μέχρι το Γουίλιαμσμπεργκ (του Μπρούκλιν) - στο οποίο, ονειρεύονται να μένουν. Μέχρι και το έγκριτο «Huffington Post» προσπάθησε να ορίσει το «κίνημα του χιπτερισμού» αλλά σήκωσε τα χέρια ψηλά: «Είναι σχεδόν αδύνατον να οριστεί», έγραφε το site. «Το νόημα του να είσαι hipster είναι ότι αντιτίθεσαι στις ταμπέλες, ωστόσο για κάποιο περίεργο λόγο όλοι ντύνονται και συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο, υιοθετώντας σαν κολεκτίβα -συμβατικά- τον αντικομφορμισμό».
«Πέρα από τη φρεσκάδα της νεαρής ηλικίας, ένα ακόμα προσόν που πρέπει να διαθέτει κάποιος για να αξίζει να λέγεται hipster είναι η ενασχόλησή του με τα μη mainstream πράγματα με urban περιτύλιγμα», εξηγεί η Νίκη Χάγια, περσόνα της Αθήνας και δημοσιογράφος σε lifestyle περιοδικά. «Δηλαδή, να βγάζει σπυράκια κάθε φορά που περνάει έξω από σκυλάδικο, να ξυπνάει βλέποντας το “Skins” (σ.σ.: βρετανική δραματική σειρά με δεκαεξάχρονους ήρωες), να κοιμάται διαβάζοντας το “Nylon” και να μιλάει με διθυράμβους για τους Baby Guru και τους Justice. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι hipsters είναι όλοι αυτοί που η μοίρα δεν τους έκανε ροκ σταρ, οπότε στον δικό τους μικρόκοσμο προσπαθούν να ξεχωρίσουν. Αυτό δεν είναι κακό σε καμία περίπτωση. Είναι άλλωστε ωραίο να νιώθεις εκλεκτός. Τέλος -και για έναν περίεργο, ανεξήγητο θα 'λεγε κανείς λόγο- οι hipsters τσαντίζονται πάρα πολύ όταν τους αποκαλούν “hipsters”, γιατί μάλλον είναι ένα όρος που έχει γίνει τόσο “σούπα” που είναι στα όρια του μαζικού. Γι' αυτό την επόμενη φορά που θα δεις κάποιον μην το αποκαλέσεις hipster αλλά scenester».
«Χίψτερ (sic!) είναι κάποιοι άνθρωποι που δεν έχουν ιδέα από πού προέρχεται ο όρος», λένε με έμφαση ο Παναγιώτης Μένεγος και ο Σταύρος Διοσκουρίδης, φωτεινοί παντογνώστες - δημοσιογράφοι, που μέσα από τη ραδιοφωνική εκπομπή «Laternative» στο ΣΚΑΪ έχουν πρωταγωνιστήσει στην hipster κοινότητα της Αθήνας. «Εχουν iPhone, είναι στο twitter και τουιτάρουν ασταμάτητα, φοράνε Fred Perry, δεν σχετίζονται ιδιαίτερα με κάποιο μουσικό είδος, δεν ξέρεις τι επάγγελμα κάνουν, αλλά τώρα πια είναι στα όρια της ανεργίας, πριν από δύο χρόνια είχαν μουστάκι, βλέπουν Μουντιάλ γιατί είναι το “νέο μαύρο”, έχουν blog, ονειρεύονται να γίνουν “επιδραστικοί”, θάβουν ασύστολα τους πάντες γύρω τους, δεν πληρώνουν ποτέ για συναυλίες, έχουν “φασωθεί» με μέλη από τουλάχιστον δύο μπάντες της “νέας σκηνής”, διατηρούν εκπομπή σε web radio, είναι ερωτευμένοι με τον εαυτό τους και φυσικά στραβώνουν όταν τους λένε hipsters».
Την απέχθειά της για τον όρο εξηγεί και η Σάντρα-Οντέτ Κυπριωτάκη, ταλαντούχα δημοσιογράφος της «Athens Voice» και μία από τους ιθύνοντες νόες του event ανταλλαγής ρούχων «Swap not shop»: «Οταν με αποκαλούν hipster τσατίζομαι, γιατί βασικά τσατίζομαι να με εντάσσουν. Νιώθω ότι κάπου εκεί έξω υπάρχει ένα ερωτηματολόγιο πολλαπλών επιλογών όπου θα κριθώ από κάποιον παντοδύναμο- παντογνώστη -παν-urban θεό για το αν είμαι ή όχι ή αρκετά ή πολύ hipster. Κι εγώ πρέπει να έχω “τικάρει” τις σωστές επιλογές, αυτές που θα μου δώσουν -ή όχι- πάσο για τον χιπστεροχώρο: “Φοράς μεγάλα, κοκάλινα γυαλιά και πουά φουστάνια;”, “Πας στο “Βios” πάνω από δύο φορές την εβδομάδα;”, “Ψωνίζεις από vintage καταστήματα και παζάρια;”, «Πόσες φορές τη μέρα ανανεώνεις το status σου στο Facebook;”, “Πόσες φορές έχεις πάει στο Βερολίνο τον τελευταίο χρόνο;”. Δεν ξέρω καν αν ο “χιπστερισμός” ορίζεται ή όχι. Δεν είναι ένα μουσικό ή ιδεολογικό κίνημα, ούτε είναι κάτι που ενοποιεί ή διαχωρίζει. Και αποφάσισα: δεν με νοιάζει αν με αποκαλούν χίπστερ, χάμστερ, αλτέρνατιβ, ίντι ή ό,τι να 'ναι. Αν ποτέ, σε 100 χρόνια από τώρα, οι εξωγήινοι ανακαλύψουν ένα ζευγάρι φλούο μποτίνια και την επιγραφή «Αυτοί ήταν οι hipsters», ε τότε πάω πάσο».
Απόρθητο φρούριο των hipsters είναι τα μπαράκια «Pop», «6 D.O.G.S», «Use», και «Bios». Εκεί θα αράξει «ο hipster που αποθεώνει μπάντες που δεν έχουν βγάλει album και μόλις κατα-φέρουν να κυκλοφορήσουν τις κράζει ανηλεώς», περιγράφει ο δημοσιογράφος Γιάννης Τσιούλης. «Είναι ο ίδιος που ξέρει όλους τους νέους designers και φορά τις δημιουργίες τους μέχρι να τους ανακαλύψει τυχαία η Madonna ή κάποια μπουζουξού. Είναι το αγόρι και το κορίτσι που μπορείς να βρεις καρμπόν στους δρόμους του Λονδίνου, της Στοκχόλμης και της Λισαβόνας. Και όσο κι αν τον κράξουν στον δρόμο, δεν θα πτοηθεί γιατί ποτέ δεν θα χαλάσει το μαλλί του (λόγω του τάματος του στην Αγία Λακ)».
Βρέθηκα στο «6 D.O.G.S.» τη βραδιά που το περιοδικό «Velvet» απένειμε μουσικά βραβεία (τα Οσκαρ της ελληνικής hipster κοινότητας), βρήκα μια κοπέλα που τραβούσε lo-fi φωτογραφίες με την αναλογική μηχανή της, έχοντας παρκάρει το ποδήλατό της δίπλα στο μαγαζί. Τη ρώτησα: «Είσαι hipster;». «Αυτό είναι βρισιά», μου απάντησε. Οπότε στράφηκα στην ψυχή του «6 D.O.G.S.», τον πολυπράγμονα και πολυμαθή Κωνσταντίνο Δαγριτζίκο: «Τι είναι hipster; «Ψάξ' το στη Βικιπαίδεια», μου είπε. Το έψαξα. Δεν βρέθηκαν αποτελέσματα. Αντιθέτως, η Βικιπαίδεια με ρώτησε: «Μήπως εννοούσατε “χρήστες”;». Εμμ... όχι.
Κείμενο: Ζωή Δημητρίου
Είναι η εξέλιξη του emo και του μετα-φλώρου που θα έκανε περήφανο τον Δαρβίνο. Μένουν, βγαίνουν, τρώνε και πίνουν στο ιστορικό κέντρο, ακούν συγκροτήματα που ανακάλυψαν στο μουσικό φεστιβάλ Primavera (της Βαρκελώνης). Κάνουν σχέσεις με δημοσιογράφους, μουσικούς, εικαστικούς, καλλιτέχνες, μοντέλα που ξέμειναν στην Αθήνα - ιδανικά βρίσκουν συντρόφους που συνδυάζουν όλα τα παραπάνω. Θεωρούν το κούρεμα και το μουστάκι τους «πολιτισμική συνεισφορά» και ψωνίζουν μόνο από βιολογικές λαϊκές. Δεν κοιμούνται ποτέ γιατί είναι συνεχώς online. Διαβάζουν νυχθημερόν το «Pitchfork media» μην τυχόν και παρουσιαστεί κανένα συγκρότημα και δεν το πάρουν χαμπάρι. Ουσιαστικά πάσχουν από το σύνδρομο του next big thing, αλλά μόλις το ανακαλύψουν και περάσει στη σφαίρα του mainstream το απορρίπτουν. Και κυρίως, δεν παραδέχονται ποτέ ότι είναι hipster.
Γιατί οι Αθηναίοι hipsters είναι σαν τους πράκτορες της Στάζι: αρνούνται ότι υπάρχουν. Δεν θα αποπειραθώ να γίνω Νόρμαν Μέιλερ της εποχής μας και να προσπαθήσω να προσδιορίσω τους σημερινούς hipsters όπως είχε κάνει ο θρυλικός συγγραφέας γι' αυτούς της δεκαετίας του '40, εκείνους τους οποίους χαρακτήριζε «λευκούς νέγρους» επειδή σύχναζαν στα καταγώγια που έπαιζαν τζαζ. Οχι πως η σημερινή χρήση του όρου «hipster» έχει σχέση με την τζαζ υποκουλτούρα του '50 και τις αισθητικές και ιδεολογικές αναζητήσεις της εποχής. Μόνο υπαρξιστές που τους έχει στραγγαλίσει ο κοινωνικός κομφορμισμός δεν είναι τα παιδιά που ξημεροβραδιάζονται στα μπαρ του ιστορικού κέντρου. Θα ακολουθήσω λοιπόν την πεπατημένη σημειολογική «περιοδικατζίδικη» μέθοδο και θα τους περιγράψω ως εξής: είναι αυτοί που βγάζουν φλύκταινες στο άκουσμα ενός κομματιού των Coldplay, περνούν ώρες σε υπαίθριες αγορές του εξωτερικού για να δημιουργήσουν αυτό το επιμελώς ατημέλητο vintage look που θυμίζει τις βιτρίνες του Urban Outfitters και που παριστάνουν όλοι τους ερασιτέχνες DJ. Θεωρούν το ντύσιμό τους «εναλλακτικό», «προσωπικό», «είμαι εγώ», «με ποπ αναφορές» (τους ρώτησα έναν-έναν), αλλά όλοι μοιάζουν με ομογενοποιημένο αποτέλεσμα του τύπου: «βάζω στο σέικερ δύο κουταλιές American Apparel κι ένα skinny τζιν και απολαμβάνω ένα ξεδιάντροπο κλισέ» που κυκλοφορεί με στολή (skinny, chuck taylor φθαρμένα σταράκια, γυαλιά rayban), με στριφτά τσιγάρα στο στόμα και με μάτια κόκκινα από το hangover της προηγουμένης. Ιδιοι από την Κοπεγχάγη μέχρι το Κέιπ Τάουν, από το Τόκιο μέχρι το Σάο Πάολο, από το Κρόιτσμπεργκ (του Βερολίνου) μέχρι το Γουίλιαμσμπεργκ (του Μπρούκλιν) - στο οποίο, ονειρεύονται να μένουν. Μέχρι και το έγκριτο «Huffington Post» προσπάθησε να ορίσει το «κίνημα του χιπτερισμού» αλλά σήκωσε τα χέρια ψηλά: «Είναι σχεδόν αδύνατον να οριστεί», έγραφε το site. «Το νόημα του να είσαι hipster είναι ότι αντιτίθεσαι στις ταμπέλες, ωστόσο για κάποιο περίεργο λόγο όλοι ντύνονται και συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο, υιοθετώντας σαν κολεκτίβα -συμβατικά- τον αντικομφορμισμό».
«Πέρα από τη φρεσκάδα της νεαρής ηλικίας, ένα ακόμα προσόν που πρέπει να διαθέτει κάποιος για να αξίζει να λέγεται hipster είναι η ενασχόλησή του με τα μη mainstream πράγματα με urban περιτύλιγμα», εξηγεί η Νίκη Χάγια, περσόνα της Αθήνας και δημοσιογράφος σε lifestyle περιοδικά. «Δηλαδή, να βγάζει σπυράκια κάθε φορά που περνάει έξω από σκυλάδικο, να ξυπνάει βλέποντας το “Skins” (σ.σ.: βρετανική δραματική σειρά με δεκαεξάχρονους ήρωες), να κοιμάται διαβάζοντας το “Nylon” και να μιλάει με διθυράμβους για τους Baby Guru και τους Justice. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι hipsters είναι όλοι αυτοί που η μοίρα δεν τους έκανε ροκ σταρ, οπότε στον δικό τους μικρόκοσμο προσπαθούν να ξεχωρίσουν. Αυτό δεν είναι κακό σε καμία περίπτωση. Είναι άλλωστε ωραίο να νιώθεις εκλεκτός. Τέλος -και για έναν περίεργο, ανεξήγητο θα 'λεγε κανείς λόγο- οι hipsters τσαντίζονται πάρα πολύ όταν τους αποκαλούν “hipsters”, γιατί μάλλον είναι ένα όρος που έχει γίνει τόσο “σούπα” που είναι στα όρια του μαζικού. Γι' αυτό την επόμενη φορά που θα δεις κάποιον μην το αποκαλέσεις hipster αλλά scenester».
«Χίψτερ (sic!) είναι κάποιοι άνθρωποι που δεν έχουν ιδέα από πού προέρχεται ο όρος», λένε με έμφαση ο Παναγιώτης Μένεγος και ο Σταύρος Διοσκουρίδης, φωτεινοί παντογνώστες - δημοσιογράφοι, που μέσα από τη ραδιοφωνική εκπομπή «Laternative» στο ΣΚΑΪ έχουν πρωταγωνιστήσει στην hipster κοινότητα της Αθήνας. «Εχουν iPhone, είναι στο twitter και τουιτάρουν ασταμάτητα, φοράνε Fred Perry, δεν σχετίζονται ιδιαίτερα με κάποιο μουσικό είδος, δεν ξέρεις τι επάγγελμα κάνουν, αλλά τώρα πια είναι στα όρια της ανεργίας, πριν από δύο χρόνια είχαν μουστάκι, βλέπουν Μουντιάλ γιατί είναι το “νέο μαύρο”, έχουν blog, ονειρεύονται να γίνουν “επιδραστικοί”, θάβουν ασύστολα τους πάντες γύρω τους, δεν πληρώνουν ποτέ για συναυλίες, έχουν “φασωθεί» με μέλη από τουλάχιστον δύο μπάντες της “νέας σκηνής”, διατηρούν εκπομπή σε web radio, είναι ερωτευμένοι με τον εαυτό τους και φυσικά στραβώνουν όταν τους λένε hipsters».
Την απέχθειά της για τον όρο εξηγεί και η Σάντρα-Οντέτ Κυπριωτάκη, ταλαντούχα δημοσιογράφος της «Athens Voice» και μία από τους ιθύνοντες νόες του event ανταλλαγής ρούχων «Swap not shop»: «Οταν με αποκαλούν hipster τσατίζομαι, γιατί βασικά τσατίζομαι να με εντάσσουν. Νιώθω ότι κάπου εκεί έξω υπάρχει ένα ερωτηματολόγιο πολλαπλών επιλογών όπου θα κριθώ από κάποιον παντοδύναμο- παντογνώστη -παν-urban θεό για το αν είμαι ή όχι ή αρκετά ή πολύ hipster. Κι εγώ πρέπει να έχω “τικάρει” τις σωστές επιλογές, αυτές που θα μου δώσουν -ή όχι- πάσο για τον χιπστεροχώρο: “Φοράς μεγάλα, κοκάλινα γυαλιά και πουά φουστάνια;”, “Πας στο “Βios” πάνω από δύο φορές την εβδομάδα;”, “Ψωνίζεις από vintage καταστήματα και παζάρια;”, «Πόσες φορές τη μέρα ανανεώνεις το status σου στο Facebook;”, “Πόσες φορές έχεις πάει στο Βερολίνο τον τελευταίο χρόνο;”. Δεν ξέρω καν αν ο “χιπστερισμός” ορίζεται ή όχι. Δεν είναι ένα μουσικό ή ιδεολογικό κίνημα, ούτε είναι κάτι που ενοποιεί ή διαχωρίζει. Και αποφάσισα: δεν με νοιάζει αν με αποκαλούν χίπστερ, χάμστερ, αλτέρνατιβ, ίντι ή ό,τι να 'ναι. Αν ποτέ, σε 100 χρόνια από τώρα, οι εξωγήινοι ανακαλύψουν ένα ζευγάρι φλούο μποτίνια και την επιγραφή «Αυτοί ήταν οι hipsters», ε τότε πάω πάσο».
Απόρθητο φρούριο των hipsters είναι τα μπαράκια «Pop», «6 D.O.G.S», «Use», και «Bios». Εκεί θα αράξει «ο hipster που αποθεώνει μπάντες που δεν έχουν βγάλει album και μόλις κατα-φέρουν να κυκλοφορήσουν τις κράζει ανηλεώς», περιγράφει ο δημοσιογράφος Γιάννης Τσιούλης. «Είναι ο ίδιος που ξέρει όλους τους νέους designers και φορά τις δημιουργίες τους μέχρι να τους ανακαλύψει τυχαία η Madonna ή κάποια μπουζουξού. Είναι το αγόρι και το κορίτσι που μπορείς να βρεις καρμπόν στους δρόμους του Λονδίνου, της Στοκχόλμης και της Λισαβόνας. Και όσο κι αν τον κράξουν στον δρόμο, δεν θα πτοηθεί γιατί ποτέ δεν θα χαλάσει το μαλλί του (λόγω του τάματος του στην Αγία Λακ)».
Βρέθηκα στο «6 D.O.G.S.» τη βραδιά που το περιοδικό «Velvet» απένειμε μουσικά βραβεία (τα Οσκαρ της ελληνικής hipster κοινότητας), βρήκα μια κοπέλα που τραβούσε lo-fi φωτογραφίες με την αναλογική μηχανή της, έχοντας παρκάρει το ποδήλατό της δίπλα στο μαγαζί. Τη ρώτησα: «Είσαι hipster;». «Αυτό είναι βρισιά», μου απάντησε. Οπότε στράφηκα στην ψυχή του «6 D.O.G.S.», τον πολυπράγμονα και πολυμαθή Κωνσταντίνο Δαγριτζίκο: «Τι είναι hipster; «Ψάξ' το στη Βικιπαίδεια», μου είπε. Το έψαξα. Δεν βρέθηκαν αποτελέσματα. Αντιθέτως, η Βικιπαίδεια με ρώτησε: «Μήπως εννοούσατε “χρήστες”;». Εμμ... όχι.
UPD:
2
ΣΧΟΛΙΑ
Ακολουθήστε το protothema.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Protothema.gr
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Ειδήσεις
Δημοφιλή
Σχολιασμένα